Τα σύκα αποτελούν μια πρώτης τάξεως πηγή ασβεστίου, γεγονός που σημαίνει ότι θωρακίζεται η υγεία των οστών και δυναμώνει το σώμα. Σημαντική είναι και η περιεκτικότητά του σύκου σε φυτικές ίνες, καθώς βοηθά στην καλύτερη λειτουργία του πεπτικού και γαστρεντερικού συστήματος, περιορίζοντας το πρόβλημα της δυσκοιλιότητας. Κάποιοι επιστήμονες υποστηρίζουν ότι η τακτική κατανάλωση σύκου μειώνει τις πιθανότητες να νοσήσει κάποιος από καρκίνο του μαστού. Το ίδιο σημαντική είναι και η προληπτική του δράση απέναντι σε καρδιαγγειακές παθήσεις καθώς ρίχνει τα επίπεδα των τριγλυκεριδίων στο αίμα.
Το σύκο έχει υψηλή περιεκτικότητα σε σίδηρο, φώσφορο και φυλλικό οξύ, γι’ αυτό αποτελεί μία καλή επιλογή για άτομα που πάσχουν από αναιμία και για γυναίκες στην έμμηνο ρύση. Οι αντιοξειδωτικές του ιδιότητες ενισχύουν και την υγεία του δέρματος και βοηθούν στη διατήρηση της λάμψης του. Τα σύκα έχουν κάλιο και μαγνήσιο, και ως εκ τούτου, βοηθούν στην διατήρηση της αρτηριακής πίεσης σε φυσιολογικά επίπεδα, ενώ οι φυτικές ίνες, ελαττώνουν το επίπεδο χοληστερόλης. Η περιεκτικότητά τους σε ασβέστιο και κάλιο θωρακίζει τα οστά και προλαμβάνει παθήσεις όπως η οστεοπόρωση, η αρθρίτιδα και η οστεοπενία. Είναι πλούσια σε βιταμίνη Κ, C, μαγγάνιο, μαγνήσιο, πολυφαινόλες και φλαβονοειδή θωρακίζοντας το ανοσοποιητικό μας σύστημα. Τέλος, τα σύκα περιέχουν αρκετά σάκχαρα, προσδίδοντας αρκετές θερμίδες στον οργανισμό (100γρ φρέσκα σύκα αποδίδουν περίπου 100 θερμίδες ενώ 100γρ αποξηραμένα σύκα περίπου 275), γι’ αυτό θα πρέπει να καταναλώνονται με μέτρο.
Άτομα που έχουν προβλήματα στα νεφρά ή στη χοληδόχο κύστη, καλό είναι να περιορίζουν ή να αποφεύγουν την κατανάλωση σύκων, διότι είναι από τα λίγα φρούτα που περιέχουν οξαλικά οξέα τα οποία σε υψηλές συγκεντρώσεις, κρυσταλλοσκοπούνται και σχηματίζουν λίθους οξαλικού ασβεστίου.